Ένα νεαρό ζευγάρι και η αγάπη τους προσπαθούν να επιβιώσουν, την ώρα που εκατομμύρια άνθρωποι γύρω τους πεθαίνουν, στη βασισμένη στα τραγικά γεγονότα του Γολοντομόρ ταινία του Τζορτζ Μέντελουκ.
Σύνοψη
Βασισμένο σε μία από τις λιγότερο προβεβλημένες τραγωδίες του 20ου αιώνα, το “Bitter Harvest” είναι μία δυνατή ιστορία αγάπης, περηφάνιας, επανάστασης και επιβίωσης, μέσα από τα μάτια δύο νεαρών ερωτευμένων που βρίσκονται στην Ουκρανία του ’30, όταν ο Ιωσήφ Στάλιν αποφασίζει πρακτικές γενοκτονίας απέναντι στη χώρα.
Την ώρα που ο Στάλιν εντείνει τις φιλοδοξίες των κομμουνιστών στο Κρεμλίνο, ένας νεαρός καλλιτέχνης, ο Γιούρι (Μαξ Άιρονς) αγωνίζεται για να επιβιώσει από τον λιμό, τη φυλάκιση και τα βασανιστήρια, προκειμένου να σώσει την αγαπημένη του Νατάλκα (Σαμάνθα Μπαρκς) από το Γολοντομόρ, τον λιμό που κατάληξε στον θάνατο εκατομμυρίων Ουκρανών.
Γυρισμένο στην Ουκρανία, αυτή η επική ιστορία αγάπης «φωτίζει» ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της ευρωπαϊκής ιστορίας.
Μία ιστορία που έπρεπε να ακουστεί
Ο Ρίτσαρντ Μπατσίνσκι-Χούβερ ζούσε μία άνετη ζωή στον Καναδά, συμμετέχοντας σε τηλεοπτικές σειρές και κινηματογραφικά πρότζεκτ, μέχρι τη στιγμή που αποφάσισε να ταξιδέψει στην χώρα καταγωγής του, την Ουκρανία. Μετά από αυτό το ταξίδι, ο Χούβερ αποφάσισε πως οφείλει να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την ιστορία του Γολοντομόρ, του λιμού στον οποίο υποβλήθηκε ο ουκρανικός λαός τη δεκαετία του ’30, με εκατομμύρια ανθρώπους να πεθαίνουν από την πείνα. Μετά από εκτενή έρευνα σε πολωνικά, ρωσικά και ουκρανικά ιστορικά ντοκουμέντα, ο Χούβερ επικοινώνησε με τον –επίσης κάτοικο Καναδά, ουκρανικής καταγωγής- Ίαν Αχνάτοβιτς, που ενθουσιάστηκε με το σενάριο και ανέλαβε χρέη παραγωγού.
«Υπάρχουν πολλά ντοκιμαντέρ, ρωσικές και ουκρανικές ταινίες με θέμα το Γολοντομόρ, αλλά καμία αγγλόφωνη», σχολιάζει ο Αχνάτοβιτς. «Με ιντρίγκαρε η ευκαιρία και η σημασία του να εξιστορηθεί αυτό το γεγονός σε παγκόσμιο κοινό, με έναν τρόπο που θα επιδρούσε στα συναισθήματα των θεατών».
Ο Αχνάτοβιτς αποφάσισε να χρηματοδοτήσει εξ’ ολοκλήρου την ταινία και, μαζί με τον Χούβερ, κατέληξαν στον σκηνοθέτη Τζορτζ Μέντελουκ.  Πέρα από το κοινό του background με τους δύο προαναφερθέντες, ο Μέντελουκ είχε μία πολύ προσωπική σχέση με την ιστορία, καθώς η μητέρα του είχε επιβιώσει από το Γολοντομόρ, προτού γνωρίσει τον πατέρα του και φύγουν μαζί για τον Καναδά. Αυτά τα πολύτιμα βιώματα του σκηνοθέτη, οδήγησαν στην μερική αναπροσαρμογή του σεναρίου, σε συνεργασία με τον Χούβερ.
Βρίσκοντας το κατάλληλο cast
Με την προσθήκη του παραγωγού Τσαντ Μπάρατζερ (fun fact: η τελευταία ταινία του Μπάρατζερ είχε εξαιρετικά όμοιο τίτλο, ήτοι «Dark Harvest»), ενός ανθρώπου που κατέχει την εμπειρία της παραγωγής ταινιών με «σφιχτό» budget, το μόνο κομμάτι που έλειπε να βρεθεί και, ταυτόχρονα, ένα από τα πιο σημαντικά, ήταν αυτό των πρωταγωνιστών.
Στο μυαλό του Μέντελουκ, ο αρχετυπικός άνθρωπος για το ρόλο του Γιούρι, ενός νεαρού καλλιτέχνη που δραπετεύει από το χωριό του, ταξιδεύει στο Κίεβο για να σπουδάσει, καταλήγει πολιτικός κρατούμενος και ρισκάρει τα πάντα για να επανενωθεί με την γυναίκα του, ήταν ο Ομάρ Σαρίφ. «Χρειαζόμουν κάποιον που θα μπορούσε να σταθεί ως ζεν πρεμιέ, ενώ ταυτόχρονα να συγκινήσει το κοινό, να ταυτιστούν με αυτά που νιώθει», λέει ο σκηνοθέτης.
Στο πρόσωπο του Βρετανού Μαξ Άιρονς, ο Μέντελουκ βρήκε τον κατάλληλο άνθρωπο για να ηγηθεί της ταινίας, χάρη στον συνδυασμό κλασικής εκπαίδευσης και συναισθηματικού υπόβαθρου που διαθέτει: «Ο Μαξ είναι ένας σπάνιος ηθοποιός. Διαθέτει την εκπαίδευση, αλλά την ίδια ώρα, είναι πρόθυμος να «τσαλακωθεί», να δώσει κομμάτι του είναι του στον ρόλο», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Ο Άιρονς («Η Λέσχη της Κομψής Αλητείας») πείστηκε αμέσως να συμμετάσχει στην ταινία, μετά τη συνάντησή του με τους συντελεστές: «Όταν συνάντησα τον Τζορτζ (σ.σ. Μέντελουκ), μου έγινε ξεκάθαρο το πάθος που είχε να πει αυτή την ιστορία, κι αυτό το πάθος είναι μεταδοτικό. Γνωρίζουμε για πολλές ιστορικές τραγωδίες, αλλά αυτό το κομμάτι της ουκρανικής ιστορίας, που επηρέασε εκατομμύρια ανθρώπους, δεν έχει ειπωθεί αρκετά», δηλώνει ο Άιρονς.
Στο ρόλο της νεαρής γυναίκας του Γιούρι, Νατάλκα, βλέπουμε τη Βρετανίδα ηθοποιό και τραγουδίστρια Σαμάνθα Μπαρκς, που είχε καταθέσει τα διαπιστευτήρια της στο «Οι Άθλιοι» το 2012. Όπως πολλοί άλλοι, δεν γνώριζε το ιστορικό υπόβαθρο της ταινίας, αλλά αυτός ακριβώς ήταν και ο λόγος που, ακολούθως, ήθελε να μάθουν τα ιστορικά γεγονότα όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι: «Ένας από τους κυριότερους λόγους που με κέντρισαν στο σενάριο, ήταν πως υπήρξε αυτή η ανείπωτη τραγωδία στην Ουκρανία, αλλά λίγοι μιλούσαν για αυτή», λέει η νεαρή ηθοποιός.
Πέρα από το πρωταγωνιστικό δίδυμο, όμως, η παραγωγή χτύπησε «διάνα» στους συμπληρωματικούς ρόλους, με εκπληκτικούς καρατερίστες ηθοποιούς. Ο Ταμέρ Χασάν («Game of Thrones», «Batman Begins», «Kick-Ass»), o σπουδαίος Μπάρι Πέπερ («Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν», «Το Πράσινο Μίλι», «25η Ώρα») και ο εκπληκτικός Τέρενς Σταμπ («The Collector», «The Limey», «Star Wars Episode I»), δίνουν ξεχωριστό χρώμα στο «Bitter Harvest».
Ένα Θαρραλέο Μήνυμα
«Κάναμε αυτή την ταινία, γιατί θέλαμε να καταλάβει ο κόσμος πως αυτό το ολοκαύτωμα, το Γολοντομόρ, ήταν το καλύτερα κρυμμένο μυστικό του 20ου αιώνα», εξηγεί ο Μέντελουκ. «Δε θέλω όμως να φεύγει ο κόσμος θλιμμένος από την προβολή. Θέλω οι θεατές να δουν πως υπάρχουν τρόποι να θριαμβεύσεις, να νικήσεις αυτόν τον τρόμο. Η τέχνη είναι ένας από αυτούς τους τρόπους, όπως και η αγάπη».
Σκηνοθεσία: Τζορτζ Μέντελουκ
Σενάριο: Τζορτζ Μέντελουκ
Ρίτσαρντ Μπατσίνσκι-Χούβερ
Ηθοποιοί: Μαξ Άιρονς
Σαμάνθα Μπαρκς
Ταμέρ Χασάν
Τέρενς Σταμπ
Μπάρι Πέπερ
Διάρκεια: 103’